ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΒΙΚΕΛΑ - ΕΚ ΔΕΛΦΩΝ
Ενα κείμενο-ντοκουμέντο του συγγραφέα, ποιητή και λόγιου Δημητρίου Βικέλα που επισκέφθηκε το Καστρί στο ξεκίνημα της μεγάλης ανασκαφής και μας μεταφέρει ένα πλήθος σημαντικών πληροφοριών.
Περιέχεται στο περιοδικό της εποχής "Εικονογραφημένη Εστία"-τεύχος 22 της 30ης Μαϊου 1893- που εκδότης ήταν ο άλλος σπουδαίος λογοτέχνης Γεώργιος Δροσίνης.
Είναι γραμμένο σε απλή καθαρεύουσα και διαβάζεται εύκολα, μόνο που η ψηφιακή αντιγραφή του κειμένου δεν αναγνώρισε τα σημεία στίξης, όπως δασείες, περισπωμένες, κλπ. του πρωτοτύπου.
ΕΚ ΔΕΛΦΩΝ
την 10/22 Μαϊου 1893
ΙΊρό τινών ετών οι Δελφοί ήσαν απρόσιτοι σχεδόν. Σήμερον, εντός μίας ημέρας δύναται να έλθη τις έξ’Αθηνών. Την Παρασκευήν το πρωί ανεχωρήσαμεν με την πρώτην αμαξοστοιχίαν δι’ Αίγιον, όπου επερίμενε το ατμόπλοιον Μαργαρίτα, μικρόν, παλαιόν καί όχι υπερμέτρως καθαρόν, αλλ’ οπωςδήποτε ατμόπλοιον! Εντός τριών περίπου ωρών, μετά προσέγγισιν εις Βιστρινίτζαν καί Γαλαξείδι, εφθάσαμεν περί τας 6 μ.μ. εις Ιτέαν. Εκεί εύρομεν άμαξαν ετοίμην. Εις τας 9.30 είμεθα εις Δελφούς.
Οταν ανοίξη η διώρυξ της Κορίνθου, θα υπάρχουν κατά πάσαν πιθανότητα ατμόπλοια εκείθεν κατ’ ευθείαν διά τους βορείους λιμένας του Κορινθιακού κόλπου, ίσως μάλιστα και καθ’ εκάστην αντί του δίς της εβδομάδος πλού της Μαργαρίτας. Όταν δέ η μέχρι Αραχώβης επεκταθείσα ήδη αμαξιτή οδός κατασκευασθή μέχρι Χαιρωνείας, καί ο σιδηρόδρομος Λαρίσσης συντελεσθή μέχρι Λεβαδείας τουλάχιστον, τότε θα δύναταί τις ευκόλως να μεταβαίνη, διά ξηράς, έξ Αθηνών εις Δελφούς εντός επτά η οκτώ ωρών, αντί των δεκαπέντε τας οποίας ήδη καυχώμαι ότι εδαπάνησα μόνας προς τούτο.
ΙΙρό πέντε ετών το πράγμα δεν ήτο κατορθωτόν, έκτος εάν ανήρχετό τις έφιππος από την Ιτέαν. Αμαξιτή οδός δεν υπήρχε. Την 13/25 Μαρτίου 1888 ανήλθεν εις Δελφούς η πρώτη άμαξα. Εφερε κυρίαν Γαλλίδα, την Mad. Louise Dubois, κατά το βιβλίον των επισκεπτών του ξενοδόχου των Δελφών, του αξιολόγου Βασίλη Παρασκευά, εις τον όποιον αι ηδη γενόμεναι ανασκαφαί προοιωνίζουν μέλλον λαμπρόν. Φαίνεται δέ καθ’ όλα άξιος τοιούτου μέλλοντος, εάν κρίνη τις από τας εις όλας τας γλώσσας εκφράσεις ευαρεσκείας των σπανίων μέχρι τούδε περιηγητών, όσοι ενέγραψαν τό όνομά των εις το βιβλίον του. Τό ξενοδοχείον του πρόκειται να μετατοπισθή εις ευρυτέραν οικίαν εις τον νέον συνοικισμόν των Δελφών. Εάν δε διατηρηθή ευπρεπές και καθαρόν, δύναται εντός ολίγων ετών να γείνη εν των τερπνοτέρων και των μάλλον συχναζομένων θερινών ενδιαιτημάτων της Ελλάδος.
Αύτη και μόνη η γοητευτική τοποθεσία των Δελφών αρκεί διά να ελκύη περιηγητάς. Το θέαμα έκ του παραθύρου παρά το οποίον γράφω δεν το ευρίσκει τις ευκόλως, ούτε εις την ωραίαν Ελλάδα μας. Εγνώριζον οι αρχαίοι πως και που να ιδρύουν τα ιερά των !
Υπό τον εξώστην μου κατηφορεί αποτόμως το βουνόν πρός την βαθυτάτην κάτω κοιλάδα, την οποίαν διασχίζει ο ξηρός ήδη ποταμός Πλείστος. Τα νερά της Κασταλίας έσκαψαν βάραθρον, το οποίον χωρίζει διά μαύρης ανωμάλου γραμμής τα πράσινα πλευρά του βουνού, μέχρις ού κρύπτεται το βάραθρον υπό τον πυκνόν ελαιώνα, τον σκεπάζοντα πρός το βάθος της την στενήν κατωφερή κοιλάδα. Αντικρύ μου, εκ του άλλου μέρους της κοιλάδος, υψώνει τα απόκρημνα γυμνά πλευρά του το υψηλόν Ξηροβούνι, με τας λαξευμένας οπάς των σπηλαίων του, οπάς εις τας οποίας αδύνατος φαίνεται μακρόθεν η αναρρίχησις. Εκεί, εις τα απρόσιτα εκείνα καταφύγια, εκρύβησαν, λέγεται, κατά την Επανάστασιν οι κάτοικοι των πέριξ χωρίων. Οι πρώτοι τολμηροί αναβάται ανέσυρον διά σχοινιών τα γυναικόπαιδα εντός των σπηλαίων.
Μεταξύ του Ξηροβουνίου και του Παρνασσού η κοιλάς πλατυνομένη αναβαίνει βαθμηδόν, απλόνουσα. την καλλιεργημένην κλιτύν της, μέχρι της κορυφής όπου φαίνονται αι ακρόταται οικίαι της απεχούσης Αραχώβης.
Αριστερόθεν έχω την μακράν σειράν των επιβλητικών βράχων των περικλειόντων εις την κοιλότητά των τούς Δελφούς, των υψηλών, απόκρημνων και γυμνών Φαιδριάδων. Υψούνται άνωθεν μου καθέτως προς τον ουρανόν. Οι γύπες πετώντες περί τας φωλεάς των εκεί υψηλά μού φαίνονται κάτωθεν μικροί ώς αθώα μικρά πτηνά. Το μελαψόν χρώμα των βράχων ποικίλλουν που καί πού τα εις τας ραγάδας φυτρώσαντα πράσινα φυτά, άλλου δέ κηλίδες υποκόκκινοι μαρτυρούσαι, από το μάλλον η ήττον βαθύ χρώμα των, ότι κατά διαφόρους εποχάς απεσπάσθησαν εκείθεν πέτραι τεράστιοι, κυλισθείσαι εις τας υπωρείας των κρημνών και μέχρι του μυχού ενίοτε της κοιλάδος. Ογκοι τοιούτοι εξεκόλλησαν από τας Φαιδριάδας κατά τον τρομερόν σεισμόν του 1870, οπότε τριάκοντα περίπου κάτοικοι του Καστριού εφονεύθησαν. Και πέρυσι δε, εις τα βάθη νυκτός τρικυμιώδους, εξύπνησε τους έντρομους κατοίκους ο πάταγος βράχου υπερμεγέθους αποσπασθέντος εκ των Φαιδριάδων, ολίγον πρός τα δεξιά της φάραγγος όπου αναβλύζει πηγή της Κασταλίας. Εκεί η κηλίς δεν εκοκκίνισεν ακόμη. Η πληγή λευκάζει εις τα πλευρά του κρημνού, υπ’ αυτόν δε η κλιτύς μένει σκεπασμένη από τα ασήκωτα συντρίμματα, τα οποία κυλιόμενα κατέστρεψαν αγρούς, εξερρίζωσαν ελαίας, και εστερεώθησαν επί τέλους όπου το έδαφος, ομαλυνόμενου ολίγον, διέκοψε τον ορμητικόν δρόμον των. Εις τον κίνδυνον τοιούτων καταστρεπτικών καταπτώσεων δεν θα υπόκεινται εις το εξής οι κάτοικοι των Νέων Δελφών εις τον νέον συνοικισμόν των.
Η μετοικεσία των δεν συνετελέσθη ακόμη. Εκ τών 250 περίπου οικιών του Καστριού, το πέμπτον μόλις κατεδαφίσθη μέχρι της σήμερον και ισάριθμοι οικίαι ανηγέρθησαν η οικοδομούνται εις την εκλεχθείσαν ωραίαν τοποθεσίαν του νέου χωρίου, εις εξακοσίων περίπου μέτρων απόστασιν του παλαιού. Ο εκτοπισμός τόσων κατοίκων δεν ήτο εύκολον πράγμα. Χάρις όμως εις τα ληφθέντα ευεργετικά μέτρα, δεν θα έχουν αυτοί λόγον να παραπονώνται, αφού μάλιστα συμπληρωθεί το έργον της μετοικεσίας. Ναι μεν, σκληρόν το να διωχθή τις απο την στέγην υπό την οποίαν εγεννήθη, υπό την οποίαν έζησαν και απέθανον οι γονείς του και οι πατέρες των πατέρων του. Οι γέροντες ιδίως, και έτι μάλλον αι γραίαι χωρικαί, μετά στεναγμών και δακρύων ενίοτε υπεβλήθησαν εις την ανάγκην. Αλλ’ υπό πάσαν άλλην άποψιν η μετοικεσία ήτο συμφέρουσα.
Αντί των στενών, σαθρών καί παλαιών οικιών, εδόθησαν ανά τριακόσια μέτρα εις έκαστον ιδιοκτήτην, προς δε και άλλα τριακόσια εις έκαστον ενήλικον τέκνον του, προς ανέγερσιν ευρυχώρου οικίας εντός κήπου. Απεζημιώθησαν δε διπλασίως οι κάτοικοι: Όχι μόνον έλαβον τίμημα γενναίον δια τας κατεδαφιζομένας παλαιάς οικίας των, αλλά και επληρώθησαν δια την αξίαν των γηπέδων του νέου συνοικισμού, μολονότι ήσαν και αυτά ιδιοκτησία των. Η δυσκολία της μεταφοράς του ύδατος υπερενικήθη επί τέλους διά του κατασκευασθέντος υδραγωγείου πρός διοχέτευσιν των νερών της κρήνης Κασσοτίδος. Τα πάντα φαίνονται ήδη εξομαλυνθέντα.
Και όμως οι κάτοικοί παραπονούνται ακόμη, ίσως δε όχι αδίκως καθ’όλα. Παραπονούνται ότι δεν ενεκρίθη μέχρις ώρας υπό της Κυβερνήσεως η δεύτερα κλήρωσις των γηπέδων εις τον νέον συνοικισμόν και ότι ένεκα της τοιαύτης βραδύτητας οι ήμισεις των κατοίκων δεν δύνανται να αρχίσουν την ανέγερσιν των οικιών των. Παραπονούνται ότι η χάραξις της κυριωτέρας οδού δεν γίνεται κατά το εγκριθέν σχέδιον. Δεν ήρχισεν ακόμη η οικοδομή της νέας εκκλησίας και του νέου σχολείου των, ενώ το παλαιόν σχολείον κατεδαφίσθη ήδη και οι μικροί χωρικοί διδάσκονται υπό του ιερέως και δημοδιδασκάλου εντός της εκκλησίας τού κοιμητηρίου, όπου θάπτονται και σήμερον έτι οί νεκροί των, μολονότι καί τούτο περιελήφθη εις τον χώρον των ανασκαφών. Χάριν των ανασκαφών και αι παλαιαί εκκλησίαι του Καστριού θα καταστραφούν, και έν τούτοις η νέα εκκλησία δεν ανεγείρεται.
Δι’ όλα ταύτα οι παραπονούμενοι εννοούν κάλλιστα ότι δεν ευθύνονται ποσώς οι Γάλλοι. Απ’ εναντίας εκτιμούν όσα αγαθά έφερον και θα φέρουν αι ανασκαφαί και ευγνωμονούν πρός τους Γάλλους, οι οποίοι επροσπάθησαν πάντοτε και κατά πάντα να γείνη επ’ αγαθώ των κατοίκων η εφαρμογή της Συμβάσεως. Τα παράπονα απευθύνονται εγγύτερον.
Εάν εισηκούοντο μετ’ αμερόληπτου προσοχής και επεδιώκετο μετά φωτισμένης δραστηριότητος η θεραπεία θα επήρχετο ευκόλως. Αλλά τα επίθετα και τα ουσιαστικά ταύτα πως να περιμένη τις να τα εύρη εφαρμοζόμενα κατ’ εξαίρεσιν εις τας δημοτικάς ή έπαρχιακάς αρχάς των Δελφών. Εντούτοις το πράγμα επείγει.
Χθές, Κυριακήν, ετοιχοκολήθη εις τας εκκλησίας ειδοποίησις, ότι την 15 του προσεχούς Σεπτεμβρίου ούτε μία οικία δεν θα μείνει κατοικημένη εις Καστρί. Εντός τριών μηνών ανάγκη όλοι οι κάτοικοί του να εγκατασταθούν εις τον νέον συνοικισμόν. Κρημνίζονται λοιπόν οι τοίχοι των καταδικασμένων οικιών και μεταφέρονται αι κέραμοί των, η παλαιά των ξυλεία, και πέτραι πρός τούτοις μεγάλαι χορηγούμεναι γενναίως εκ των ανασκαφών. Ούτω εντός ολίγων μηνών εκ της θαλάσσης, την οποίαν οι παλαιοί Καστριώται δεν έβλεπον από το παλαιόν χωρίον των, θα φαίνωνται αι νεόκτιστοι οικίαι του νέου συνοικισμού εις το ευάερον εκεί ύψωμα, το δε ζωγραφικόν Καστρί, με τας ταπεινάς οικίας και τα πράσινα δένδρα του, δεν θα υπάρχη πλέον υπό την σκιάν των Φαιδριάδων. Αντ’ αυτού θ’ αρχίσουν βαθμηδόν να διαγράφωνται επί της αποτόμου κατωφέρειας αι αλλεπάλληλοι γραμμαί των οικοδομών, εις τας οποίας οι αρχαίοι ανήρχοντο κλιμακηδόν, και να λευκάζουν υπό το φώς του ηλίου τα θεμέλιά των, τα επί τόσους και τόσους αιώνας μη ιδόντα το φώς.
Σήμερον οι Δελφοί παριστούν θέαμα άλλου είδους, ασύνηθες όσον και αξιοπερίεργον. Εξ ενός οι χωρικοί κατεδαφίζουν και αποσυνθέτουν τας παλαιάς οικίας των και μεταφέρουν το υλικόν εις το παρέκει σχηματιζόμενον νέον χωρίον. Εξ άλλου, εκατόν περίπου εργάται σκάπτουν την γην υπό τα προσεκτικά βλέμματα ειδημόνων επιστατών. Οι λίθοι χωρίζονται και εξετάζονται, μη τυχόν είναι τεμάχια γλυπτά ή φέρουν επιγραφάς. Οι άχρηστοι λίθοι και τα χώματα φορτόνονται επί μικρών αμαξών. Τέσσαρες γραμμαί στενού σιδηροδρόμου (De-Cauville) εντέχνως διασταυρούμενα, επί ολικού μήκους 1800 μέτρων, φέρουν τας αμάξας μακράν των ανασκαφών και χύνουν το φορτίον των επί βράχων άγονων, οι οποίοι μετά τινα έτη ίσως θα καλύπτονται υπό αμπελώνων. Η κλίσις του σιδηροδρόμου υπελογίσθη ακριβώς, εις τρόπον ώστε αι φορτηγοί άμαξαι καταβαίνουν μόναι των, συνδεόμεναι ανά τρείς και τέσσαρας, εκάστην δε μικράν αμαξοστοιχίαν διευθύνει εργάτης, όρθιος όπισθεν της τελευταίας αμάξης. Μετά την χύσιν του φορτίου, τας κενάς αμάξας σύρουν άλογα οπίσω πρός τας ανασκαφάς, επί άλλης γραμμής σιδηροδρόμου.
Και αντηχεί καθ’ όλην την ημέραν υπό τας Φαιδριάδας των κενών και φορτωμένων αμαξών ο διηνεκής κρότος, διακοπτόμενος μόνον επί δύο ώρας την μεσημβρίαν.
Δεν είναι αύτη η πρώτη φορά κατά την οποίαν οι Γάλλοι ανασκαλεύουν το έδαφος των Δελφών με λωστούς και αξίνας. Κατά το 1861 ο πρώην διευθυντής της Γαλλικής σχολής κ. Foucart, και κατά το 1880 ο κ. Haussoulier, μέλος της ιδίας σχολής, ανέσκαψαν εις ολίγα σημεία, παρεκτός δε της αποκαλύψεως των βάσεων οικοδομημάτων τινών και της ευρέσεως ικανών επιγραφών, ηδυνήθησαν να ορίσουν την τοποθεσίαν των κυριωτέρων μνημείων του ιερού. Η επιτυχία τών ανασκαφών εκείνων έδωκε εις την Γαλλίαν, δικαίωμα προτεραιότητος του οποίου δεν ηδύνατο ευκόλως να αποξενωθή.
Aι ευγενείς παραδόσεις του παρελθόντος επέβαλλον εις αυτήν την συμπλήρωσιν του έργου, ώς υπηρεσίαν εις την τέχνην και την επιστήμην. Αλλ’ ενώ εδίσταζον οι έν Γαλλία ν’ αναλάβουν την μεγάλην δαπάνην τοιαύτης επιχειρήσεως, ήρχισαν οι Αμερικανοί να επιζητούν την τιμήν του να αναλάβουν εκείνοι την ανασκαφήν των Δελφών. Ο συναγωνισμός εκείνος συνετέλεσε εις την επανάληψιν των έκ μέρους της Γαλλίας διαπραγματεύσεων.
Κατά πρώτον η περί Δελφών σύμβασις προσεκολλήθη εις την εμπορικήν συνθήκην μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδος.
Αλλ’ η εμπορική εκείνη συνθήκη δεν επεψηφίσθη υπό της Γαλλικής βουλής, ώστε μετ αυτής εναυάγησε και η σύμβασις. Αι διαπραγματεύσεις επανελήφθησαν. Η Ελληνική Κυβέρνησις δεν ηθέλησε να θεώρηση το ζήτημα του περί ανασκαφών προνομίου ώς αντάλλαγμα εμπορικών πλεονεκτημάτων. Διά της υπογραφείσης υπό του κ. Μοντολόν και του κ. Σ. Δραγούμη συμβάσεως της 23 Ιανουάριου 1887, παρεχωρήθη αποκλειστικώς εις την Γαλλικήν Κυβέρνησιν η άδεια “όπως ανασκάψη έν Δελφοίς επί πενταετίαν, αναδεχομένης της Κυβερνήσεως ταύτης τας δαπάνας της ανασκαφής. Η Ελληνική Κυβέρνησις αναδέχεται έκ των πρός απαλλοτρίωσιν δαπανών ποσόν μέχρι εξήκοντα χιλιάδων φράγκων. Των ευρημάτων η κυριότης ανήκει εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, η δέ Γαλλική έχει το αποκλειστικόν δικαίωμα του λαμβάνειν αποτυπώματα και εκμάγματα πάντων των αντικειμένων όσα η ανωτέρω ανασκαφή ήθελεν αποκαλύψει. Η διάρκεια του αποκλειστικού αυτού δικαιώματος έσται πενταετής αρχομένη από της ευρέσεως εκάστου αντικειμένου. Κατά το αυτό χρονικόν διάστημα η Γαλλική Κυβέρνησις θέλει έχει το αποκλειστικόν δικαίωμα δημοσιεύσεως των επιστημονικών και καλλιτεχνικών αποτελεσμάτων της ανασκαφής”.
Εμενε το ζήτημα, της ψηφίσεως του αναγκαίου ποσού προς αποζημίωσιν των εκτοπισθησομένων κατοίκων και διά την δαπάνην της ανασκαφής. Ώς πρός την αποζημίωσιν, μετά προηγουμένας επί τόπου μελέτας, εσυμφωνήθη ότι θα κατάθεση η Γαλλική Κυβέρνησις εις την Εθνικήν Τράπεζαν το ισότιμον φρ. 250,000 και ότι η Ελληνική Κυβέρνησις θ’ αναλάβη την τακτοποίησιν της όλης υποθέσεως. Διά δε την λοιπήν δαπάνην υπελογίσθη ότι θ’ ανασκαφούν 150,000 περίπου κυβικά μέτρα, ανά δύο δραχμάς το μέτρον. Επί τη βάσει ταύτη εζήτησε το Γαλλικόν υπουργείον παρά των αντιπροσώπων του Εθνους πίστωσιν φρ. 500,000. Η πίστωσις επεψηφίσθη εις μέν την βουλήν της Γαλλίας την 16 Φεβρουάριου 1891 ε. ν. διά ψήφων 341, επί 402 αντιπροσώπων παρόντων, εις δέ την Γερουσίαν την 3 Μαρτίου, διά ψήφων 184, επί 193 παρόντων. Κατά συνέπειαν, την 13/25 Απριλίου 1891, υπεγράφη υπό του βασιλέως ο ψηφισθείς υπό της Ελληνικής βουλής Νόμος Α2/0Δ' προς επικύρωσιν της συμβάσεως, εφέτος δε ήρχισαν επί τέλους αι εργασίαι της ανασκαφής υπό την διεύθυνσιν του Κυρίου Homolle, διευθυντού της εν Αθήναις Γαλλικής Σχολής.
Ο Κύριος Homolle συνεταύτισε ήδη προ ετών το ονομά του με την λατρείαν του Απόλλωνος διά των εις Δήλον ανασκαφών του. Εις του Απόλλωνος και πάλιν την λατρείαν αφοσιούται εις Δελφούς. Η φήμη των εις Δήλον ανακαλύψεών του, η αποκτηθείσα εις τας ανασκαφάς εκείνας πείρα, αι βαθείαι αρχαιολογικαί του γνώσεις, η δραστηριότης, ο ζήλος του και αύτη η προς την Ελλάδα ειλικρινής αγάπη του, τα πάντα τον αναδεικνύουν άξιον της αποστολής, την οποίαν ευχόμεθα να φέρει εις αίσιον πέρας προς νέαν του ονόματος του τιμήν.
Με βοηθούς και συνεργάτας τους Κ. Κ. Couve και Bourguet, μέλη της Γαλλικής σχολής, τον Κον Convert μηχανικόν γνωρίζοντα προ ετών την Ελλάδα ως εκ της συμμετοχής του εις την κατασκευήν διαφόρων σιδηροδρόμων, και τον αρχιτέκτονα Κον Tournaire, τον επισκευάσαντα πέρυσι το μνημείον του Λυσικράτους, ο Κος Ηomolle ήρχισε τας εργασίας του και τας εξακολουθεί δραστηρίως, υπό την επίβλεψιν του εφόρου των αρχαιοτήτων Κου Καστρωμένου και του επιστάτου Κου Κοντολέοντος ως αντιπροσώπων της Ελληνικής Κυβερνήσεως.
Ενεκα της μετοικεσίας των διακοσίων και πεντήκοντα οικογενειών του χωρίου, και ώς έκ της φύσεως αυτής του απόκρημνου εδάφους, αι δυσκολίαι της ανασκαφής είναι εδώ μεγαλύτεραι ή των εις άλλα μέρη γενομένων. Χάρις όμως εις τα ληφθέντα μέτρα, θα υπερνικηθούν αι δυσκολίαι. Είθε δε και τα ευρήματα να είναι αντάξια των κόπων και των ελπίδων των αναλαβόντων την επιχείρησιν.
Υπήρχε ανέκαθεν φόβος μή, ένεκα των πολλών συλήσεων και καταστροφών, τα ευρήματα είναι σπάνια και ασήμαντα. Αλλά και μόνη η ανεύρεσις επιγραφών και ο καθορισμός των επι το ιερού οικοδομών θα ήρκουν προς αντιστάθμισην των γενομένων θυσιών.
Υπήρχε και άλλος φόβος, μη ώς έκ της κατωφερείας του εδάφους τα κινητά ερείπια εκυλίσθησαν βαθμηδόν μέχρι και του πυθμένος της βαθείας κάτω κοιλάδος και είναι ανάγκη ν’ ανασκαφή ολόκληρος η μακρά έκτασις της κλιτύος του βουνού πρός ανεύρεσίν των. Εις τούτο ο Kος Ηomolle αντέτεινε ότι το έδαφος του ιερού ήτο μοιρασμένον είς διάφορα τεχνητά και αλλεπάλληλα επίπεδα στρώματα, και ότι τα κυλισθέντα τυχόν μάρμαρα, πεσόντα έκ του ενός επιπέδου εις το άλλο, θα έμειναν επ’ αυτού και θα ανευρεθούν υπό τα χώματα. Η εύρεσις πολυτίμων κειμηλίων ευθύς μετά την έναρξιν των ανασκαφών δικαιοί πληρέστατα την αισιοδοξίαν του Kou Homolle και παρέχει εγγύησιν ασφαλή διά το μέλλον.
ΙΙλησίον των προπυλαίων, των ανασκαφέντων κατά τό 1880 υπό του κ. Haussoulier, εις το επίπεδον του οποίου υπερέκειτο ο ναός, ανευρέθησαν πρό ολίγων ημερών αι βάσεις και τα ερείπια μικρού οικοδομήματος. Επί των λίθων του τοίχου αυτού επιγραφαί πολυάριθμοι μαρτυρούν οτι το οικοδόμημα τούτο ήτο ο θησαυρός των Αθηναίων. Παρεκτός των πολλών επιγραφών ανευρέθησαν γλυπτά τεμάχια και, το σπουδαιότερον, μετόπαι ανάγλυφοι των οποίων η σειρά ίσως συμπληρωθή καθόσον προχωρεί η άνασκαφή. Αλλ’ ο κ. Ηomolle δεν βιάζεται. ΙΙροτιμά την εξακολούθησιν της ανασκαφής μεθοδικώς και βαθμιαίως, και την μεταφοράν των χωμάτων, μέχρις να αποκαλυφθή το αρχαίον έδαφος και επανίδουν τότε το φως του ηλίου οι πρό τόσων αιώνων κρυμμένοι θησαυροί του.
Τα ευρεθέντα ανάγλυφα είναι τόσον μάλλον πολύτιμα, καθόσον ολίγιστα είναι τα μέχρι τούδε γνωστά μνημεία της αυτής τέχνης, της διαδεχθείσης δηλαδή την αρχαϊκήν και προηγηθείσης της κλασικής περιόδου. Μία μετόπη παριστά τον Ηρακλέα, άλλη παριστά ταύρον, αλλά το κειμήλιον του σχηματιζομένου εκεί μουσείου είναι κεφαλή γυναικός. Η αφελής χάρις της εκφράσεως, η γλυκύτης του μειδιάματός της εντυπούνται εις την μνήμην. Αφού άπαξ την ίδη τις, την ενθυμείται καθώς ενθυμείται μορφήν προσφιλή πρό ετών πολλών μη λησμονηθείσαν.
Ανέφερα την λέξιν μουσείον. Τι θα γείνουν άρα γε τα ευρήματα μετά την ορισθείσαν πενταετίαν οπότε θα λήξη των Γάλλων το προνόμιον και το έργον; Εύχομαι να μείνουν εκεί επί τόπου. Ούτε η άνέγερσις Μουσείου ούτε η έπιτήρησις και διαφύλαξίς του θα είναι δύσκολοι εις Δελφούς. Εντός δε ολίγων ετών θα είναι η εκεί μετάβασις πολύ ευκολωτέρα ή την σήμερον. Διατί παρεκτός όσων άλλων θά έχη τις να θαυμάση εις την ωραίαν εκείνην τοποθεσίαν, να μη τον ελκύη και η πρόσθετος περιέργεια του να ίδη το Μουσείον των Δελφών; Το κεντρικόν έν Άθήναις Μουσείον δεν έχει ανάγκην των εκεί ευρημάτων. Είναι και άνευ τούτων ικανώς πλούσιον ήδη, και θ’ αυξάνη κατ’ έτος ο πλούτος του έξ άλλων ανασκαφών. Ας φροντίσουν από τούδε οι ενδιαφερόμενοι περί τακτοποιήσεως του ζητήματος τούτου και προλήψεως περιττών περιπλοκών.
Δ. ΒΙΚΕΛΑΣ
Υ. Γ. Απόψε μετά το γεύμα μάς εκλόνισε την
οικίαν σεισμός και διέκοψε τας συνομιλίας μας. Πού
άρα γε επέφερε νέας καταστροφάς η δόνησίς του;
© Συλλογή Γιάννη Χριστόπουλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου