-Είναι βαθιός ολοένα
όρθρος, που χαράζω στους Δελφούς αυτά
τα λόγια. Μια απέραντη σιωπή, η φοβερή
βουνίσια σιωπή, σαν κορεσμένη απο το
πνεύμα της αιωνιότητας, γεμίζει διάχυτη
το διάστημα τριγύρω και βαθιά μου. Ούτ'
ένας ήχος δεν ακούεται πουθενά. Και
ξαφνικά, μια φοβερή βοή, μια βοή τρανή
κι απίστευτη ξεσπά σαν απ' ολούθε.
-Είν' ο μεγάλος άνεμος
του Παρνασσού, όπου απροσδόκητα, (τον
ξέρουν μόνο εκείνοι π' ώτυχε να τον
ακούσουν νάρχεται έτσι), ξεκινά απο τις
κορφές στο διάστημα, με μιάν ορμή που
λές πως θα συντρίψει και θα κάμει σκόνη,
ακόμα και τους βράχους. Ολα γύρα μου και
μέσα μου, συθέμελα δονούνται από τον
ήχο, το διάστημα, το σπίτι όπου αγρυπνώ,
η ψυχή μου. Αλλά να π' αγάλι-αγάλι, αυτή
η βοή αρθρώνεται σε λόγο. Τον ακούω στα
έγκατα του νού.
Θαρρώ πως λέει :
“Είμαι το πνεύμα, το
πανάρχαιο Απολλώνειο πνεύμα, που κατέβη
πρώτο απο τις χιονοσκέπαστες κορφές
της ιστορίας, ο 'Αρρην Λόγος, ο όρθιος
Δωρικός σκοπός, ο Πυθικός προαιώνιος
Νόμος.
Είμαι η αρχή της
Ακτινοβολίας, της Ευρυθμίας, της
Πειθαρχίας, της Απλότητας, της βασικής
κάθε ψυχής και λαού Αυτονομίας, είμαι
η αρχή της τέλειας Μνήμης.
-Είμαι το Γνώθι Σαυτόν,
το Μηδέν Αγαν, είμαι η Χρυσή Τομή και η
Τετρακτύς και ο 'Ακμων, είμαι το προμήνυμα
του νέου χορού του καθαρμού απάνω απο
το πτώμα του φιδιού, που θρέψαν στη
σπηλιά της γήινης ύλης, σκοτεινοί
ληθαργημένοι αιώνες.
Περιμενω πια την πιο
μεγάλη λύτρωσή μου. Θέλω να σαρώσω με
μια υπέρτατη αντίσταση, ο,τι μάταιο κι
ο,τι σάπιο, απο το χώμα.
-Μη μου κλείτε πια τα
στήθη Σας, τη σκέψη Σας και την ακοή Σας.
Ξεκινήστε. Εβγάτε να συναντηθούμε στην
μεγάλην άπλα, που ό,τι τώρα στη φωνή μου
Σας φαντάζει φοβερό, αυτού που βρίσκεστε
κλεισμένοι, είναι το Μέλος και το Μέτρο
και ο Ρυθμός, οπ' ώχει πλάσει, ό,τι ανώτερο,
γλυκύτερο κι αδρότερο στο λαό Σας και
στους λαούς όλου του κόσμου.
Είμαι ο ποταμός της
Φωτεινής Αγιότητας, που Σας καλεί να
ξαναβαφτισθείτε, στα προαιώνια
κρουσταλλένια νάματά του.
Βοηθήστε με, να σας
βοηθήσω.
Δεν μ' ακούτε; Ο βρυχηθμός
μου έχει πια ωριμάσει μες στους αιώνες.
Μην αργείτε.
Ελάτε, ελάτε.
Ως πότε πια θα να σας
κράζω;”
Δελφοί, 18 Οκτ. 1932
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου